ΜΙΑ ΡΕΜΠΕΤΙΚΗ ΒΡΑΔΙΑ ΣΤΟ «ΚΑΦΕ ΑΜΑΝ»
ΒΙΚΥ ΘΕΟΛΟΓΗ
Η ρεμπέτικη ιστορία προσφέρει μια βαθύτερη κατανόηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Μέσα από το ρεμπέτικο τραγούδι, τα παιδιά γνωρίζουν την κοινωνική και πολιτική ιστορία της Ελλάδα, ιδίως από την περίοδο των αρχών του 20ου αιώνα. Το ρεμπέτικο συχνά καθρεφτίζει τις δυσκολίες της καθημερινής ζωής και κοινωνικά ζητήματα και μέσα από την ιστορία του προσφέρει μαθήματα ανθεκτικότητας, αλληλεγγύης και ισοτιμίας. Επιπλέον, μέσα από τη μουσική και τους στίχους τα παιδιά μαθαίνουν για τις παραδόσεις, τις αξίες και τη λαϊκή τέχνη ενώ ταυτόχρονα αναπτύσσονται μουσικές δεξιότητες και κριτική σκέψη γύρω από την τέχνη και την ιστορία. Κύριο θέμα του θεατρικού έργου "Μια ρεμπέτικη βραδιά στο ΚΑΦΕ ΑΜΑΝ" είναι η ξενιτιά όπως τη βίωσαν οι πρόσφυγες μετά την Μικρασιατική Καταστροφή προσπαθώντας να χτίσουν τις ζωές τους από την αρχή. Το κείμενο χαρακτηρίζεται από ευαισθησία, ιστορικές αναφορές και μια μικρή δόση χιούμορ!
Το έργο γράφτηκε για το ΣΤ'1 και ΣΤ'2 του 6ου Δημοτικού Σχολείου Κω στο Πλατάνι. Παρουσιάστηκε τον Μάιο του 2024 στο Σχολικό Φεστιβάλ Καλλιτεχνικής Δημιουργίας αποσπώντας τις καλύτερες κριτικές και στο σχολείο στην γιορτή λήξης της έκτης τάξης.
Το κείμενο χωρίζεται σε 5 σκηνές όπου όλες όμως διαδραματίζονται στο ταβερνάκι με την οικογένεια να μπαινοβγαίνει και να σερβίρει και την ορχήστρα να παραμένει επί σκηνής υποκρίνοντας ότι παίζει τις μουσικές όταν ακούγονται. Ολες οι μουσικές είναι ρεμπέτικα τραγούδια.
Σκηνικό: ταβέρνα ΚΑΦΕ ΑΜΑΝ (τραπεζάκια, καρέκλες, σε μια γωνιά είναι η ορχήστρα, δύο μουσικοί)
ΣΚΗΝΗ 1
ΝΙΚΟΣ: Έλα γυναίκα, πέρασε η ώρα. Πρέπει να ετοιμάσουμε το μαγαζί ν ανοίξουμε
ΛΥΔΙΑ : Είπαν θα έρθουν και τα παιδιά να βοηθήσουν σήμερα που θα έχουμε κόσμο
ΝΙΚΟΣ: Καλά θα κάνουν να έρθουν, το μαγαζί τους είναι. Έτσι μεγαλώσαμε τη φαμίλια μας. Με τον ιδρώτα μας στα κρασοπότηρα και στην λάντζα.
ΛΥΔΙΑ: Ξέρω, ξέρω άντρα μου… τα χεράκια μου το ξέρουν πόσο μοχθήσαμε, ξεριζωμένοι από τα σπίτια μας, να ξαναστήσουμε τη ζωή μας από την αρχή για να μπορέσουμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας.
ΝΙΚΟΣ: Αχ γυναίκα, η προσφυγιά… εμείς και πόσοι άλλοι ακόμη, αφήσαμε σπίτια, δουλειές, περιουσίες, φίλους, οικογένειες… τι να πρωτοθυμηθώ…
ΛΥΔΙΑ: 'Ελα, άντρα μου, ας μη τα θυμόμαστε αυτά τώρα… σημασία έχει που μας αξίωσε ο Θεός να έχουμε ένα σπίτι τώρα, κι ένα ταβερνάκι να βγάζουμε το ψωμί μας τίμια!
(μπαίνουν η Εύα που είναι η κόρη και ο Διαμαντής που είναι ο γιος)
ΜΑΡΙΑ: καλημέρα πατέρα, γεια σου μητέρα
ΓΙΩΡΓΟΣ: γεια χαραντάν σε όλους!
ΝΙΚΟΣ: Ελα Διαμαντή, άσε τις χαιρετούρες κι έλα να πιάσεις καμιά δουλειά, σε λίγο θα αρχίσει να έρχεται κόσμος.
ΛΥΔΙΑ: καλημέρα παιδιά μου, ελάτε, μη ξεκινήσετε πάλι πατέρας και γιος, έχουμε πολλές δουλειές
(συνεχίζεται)
ΣΚΗΝΗ 2:
ΑΝΔΡΕΑΣ: Κατάστημα! (πλησιάζει η Λυδία), πιάσε μια σαλατούλα χωριάτικη, ένα παστουρμά, μία σαρδελίτσες μόρτικες και μια καράφα μισόκιλη για μένα και την κυρά μου
ΛΥΔΙΑ: Έχουμε και φρέσκο μαριδάκι σήμερα, να σας βάλω μια μερίδα να δοκιμάσετε?
ΡΙΤΑ: Ναι, χρυσή μου! Αχ Μήτσο μου, καλά κάναμε και βγήκαμε λίγο έξω, να ξεσκάσουμε… μας έχει φάει η κλεισούρα εδώ πέρα που ήρθαμε
ΑΝΔΡΕΑΣ: Σου χω πει να μην παραπονιέσαι γυναίκα. Εδώ είναι η ζωή μας τώρα, καλά θα κάνεις να το συνηθίσεις
ΡΙΤΑ: Πόσο μου λείπει η γειτονιά μας, οι φιλενάδες μου…. Ακόμη και το κομμωτήριο που πήγαινα μου λείπει!
ΑΝΔΡΕΑΣ: Θα βολευτείς σε καινούριο κομμωτήριο. Και τι έχει παρακαλώ η νέα μας γειτονιά; Μια χαρά τη βρίσκω εγώ
( ο Γιάννης όλη αυτή την ώρα κοιτάζει καλά, καλά τον Μήτσο μέχρι που πάει και του μιλάει)
ΟΡΕΣΤΗΣ: Συγνώμη αδελφέ, να ενοχλήσω ένα λεπτάκι;
ΑΝΔΡΕΑΣ: Ρίχτο!
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μήπως είσαι ο Ανδρίκος, ο χασάπης από το Νέο Μαχαλά;
ΑΝΔΡΕΑΣ: ναι! Ελα βρε Ορέστη! Πες μου ότι είσαι εσύ!
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ναι ρε μόρτη! (φωνάζει στον φίλο του) Ατάι! Έλα να δεις ποιος είναι εδώ!
(πάει κοντά και ο Ατάι, ακολουθεί η Ιλκνούρ)
ΑΤΑΙ: ε μα τον Θεό, ο Ανδρίκος που όλα τα σφάζει κι όλα τα μαχαιρώνει!
ΙΛΚΝΟΥΡ: (βλέπει τη Ρίτα) Αχ, χρυσή μου! Βουνό με βουνό δεν σμίγει! Πόσο χαίρομαι που σε βλέπω! Στις ομορφιές σου όπως πάντα!
(συνεχίζεται)
ΣΚΗΝΗ 3
ΑΓΓΕΛΟΣ: Ελάτε να πιούμε ένα ποτηράκι να γιορτάσουμε τη μεγάλη νίκη που έρχεται σήμερα!
ΜΙΧΑΛΗΣ: Ελα κουρέλες, σιγά μη περιμένετε και νίκη!
ΑΓΓΕΛΟΣ: Τι λες ρε φίλε; Δηλαδή σήμερα ποιος περιμένεις ότι θα νικήσει; εσείς;
ΣΟΥΛΕΙΜΑΝ: Εννοείται αδελφέ! Μη μου πεις ότι περιμένεις να πάρετε και πρωτάθλημα!
ΤΣΑΜΠΙΚΟΣ: Θα σκίσουμε τα δίχτυα σήμερα! Θ’ αναστενάξουν τα γκολ ποστ!
ΜΙΧΑΛΗΣ: Σιγά μη σκίσετε κανένα καλσόν!
ΑΓΓΕΛΟΣ: Ελα ήρεμα…. Μην έχουμε τσαμπουκάδες μέρα που είναι
ΜΙΧΑΛΗΣ: Είναι μεγάλο ντέρμπι.. η ΑΕΚ της προσφυγιάς με τον Ολυμπιακό του Περαία! Την αλάνα των ζόρικων!
ΑΓΓΕΛΟΣ: Και οι δύο ομάδες με ένδοξη ιστορία. Η Αθλητική Ενωσις Κωνσταντινούπολης, ιδρύθηκε μόλις πριν δύο χρόνια εδώ στην Αθήνα, το 1924
ΜΙΧΑΛΗΣ: Και με τι έμβλημα! Τον δικέφαλο αετό! Έμβλημα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας για να θυμίζει σε μάς τους ξεριζωμένους την ένδοξη ιστορία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης
ΤΣΑΜΠΙΚΟΣ: Ελα, αδελφέ, πιάσε ένα καραφάκι να πιούμε στην υγειά του καλύτερου για απόψε.
ΜΙΧΑΛΗΣ: Βλέπω να έρχονται ντέρτια για έναν από τους δύο!
ΝΙΚΟΣ: (έχει μπει και μαζεύει ποτήρια από τα τραπέζια, ακολουθεί ο Γιώργος) Παίδες, ήρεμα εδώ μέσα, δεν θέλουμε φασαρίες!
ΓΙΩΡΓΟΣ: τι έγινε πατέρα? Καλησπέρα στην παρέα (τους δίνει καταλόγους) έχουμε φίνους μεζέδες αλλά το φαγητό θέλει χαμόγελο για να πάει κάτω…
ΣΚΗΝΗ 4
(τα 4 αγόρια μπαίνουν παραπατώντας στο μαγαζί, δείχνουν ότι είναι στο κέφι και σχεδόν μεθυσμένοι)
ΑΓΓΕΛΟΣ: Ωπα και φτάσαμε! Παίδες, εδώ θ αράξουμε!
ΒΑΣΙΛΗΣ: Ελα, λίγο ακόμη αδελφέ, πιάσε με γιατί το πάτωμα πάει μία από δεξιά και μία από ζερβά!
ΣΑΒΒΑΣ: Σαν να ήπιαμε λίγο παραπάνω αδέλφια…
ΝΕΠΙ: Εγώ σας τα λεγα… ήρεμα με τις καράφες. Κατεβαίνουν σαν νεράκι οι άτιμες! Τίποτα εσείς, επιμένατε να έρθουμε κι εδώ!
ΒΑΣΙΛΗΣ: Εδώ θ ακούσουμε το καλύτερο μπουζούκι της Αθήνας!
ΑΓΓΕΛΟΣ: Αμα δεν λαλήσουμε και κανένα μορμούρικο δεν τελειώνει η νύχτα βρε αδελφέ!
ΣΑΒΒΑΣ: Εγώ τα βλέπω να με περιμένει με τον πλάστη η κυρά μου όταν θα γυρίσω…
ΑΓΓΕΛΟΣ: Μη μου το θυμίζεις τώρα αυτό! Κι εγώ της είπα ότι πάω να επισκευάσω ένα μοτέρι. Αμα με δει έτσι ντέφι, ποιος την ακούει…
(μπαίνουν οι γυναίκες φανερά εκνευρισμένες, όταν τις βλέπουν ο Αγγελος κρύβεται από πίσω τους)
ΝΕΠΙ: Αμάν! Σύρμα, σύρμα!
ΣΑΒΒΑΣ: Ωπα τις, τι έχουμε εδώ; Νυχτερινή έφοδο Εφάκι;
ΕΦΗ: Ωστέ εδώ μπεκροπίνετε πουλάκια μου ε;
ΜΙΧΑΕΛΛΑ: Πουφ… μυρίζει κρασί στα δέκα μίλια!
ΝΕΠΙ: Τι ήθελες να μυρίζει μανίτσα μου στο ταβερνιό; Λιβάνι;
(συνεχίζεται)
Για ολόκληρο το κείμενο μπορείτε να επικοινωνήσετε στο [email protected]
ΒΙΚΥ ΘΕΟΛΟΓΗ
Η ρεμπέτικη ιστορία προσφέρει μια βαθύτερη κατανόηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Μέσα από το ρεμπέτικο τραγούδι, τα παιδιά γνωρίζουν την κοινωνική και πολιτική ιστορία της Ελλάδα, ιδίως από την περίοδο των αρχών του 20ου αιώνα. Το ρεμπέτικο συχνά καθρεφτίζει τις δυσκολίες της καθημερινής ζωής και κοινωνικά ζητήματα και μέσα από την ιστορία του προσφέρει μαθήματα ανθεκτικότητας, αλληλεγγύης και ισοτιμίας. Επιπλέον, μέσα από τη μουσική και τους στίχους τα παιδιά μαθαίνουν για τις παραδόσεις, τις αξίες και τη λαϊκή τέχνη ενώ ταυτόχρονα αναπτύσσονται μουσικές δεξιότητες και κριτική σκέψη γύρω από την τέχνη και την ιστορία. Κύριο θέμα του θεατρικού έργου "Μια ρεμπέτικη βραδιά στο ΚΑΦΕ ΑΜΑΝ" είναι η ξενιτιά όπως τη βίωσαν οι πρόσφυγες μετά την Μικρασιατική Καταστροφή προσπαθώντας να χτίσουν τις ζωές τους από την αρχή. Το κείμενο χαρακτηρίζεται από ευαισθησία, ιστορικές αναφορές και μια μικρή δόση χιούμορ!
Το έργο γράφτηκε για το ΣΤ'1 και ΣΤ'2 του 6ου Δημοτικού Σχολείου Κω στο Πλατάνι. Παρουσιάστηκε τον Μάιο του 2024 στο Σχολικό Φεστιβάλ Καλλιτεχνικής Δημιουργίας αποσπώντας τις καλύτερες κριτικές και στο σχολείο στην γιορτή λήξης της έκτης τάξης.
Το κείμενο χωρίζεται σε 5 σκηνές όπου όλες όμως διαδραματίζονται στο ταβερνάκι με την οικογένεια να μπαινοβγαίνει και να σερβίρει και την ορχήστρα να παραμένει επί σκηνής υποκρίνοντας ότι παίζει τις μουσικές όταν ακούγονται. Ολες οι μουσικές είναι ρεμπέτικα τραγούδια.
Σκηνικό: ταβέρνα ΚΑΦΕ ΑΜΑΝ (τραπεζάκια, καρέκλες, σε μια γωνιά είναι η ορχήστρα, δύο μουσικοί)
ΣΚΗΝΗ 1
ΝΙΚΟΣ: Έλα γυναίκα, πέρασε η ώρα. Πρέπει να ετοιμάσουμε το μαγαζί ν ανοίξουμε
ΛΥΔΙΑ : Είπαν θα έρθουν και τα παιδιά να βοηθήσουν σήμερα που θα έχουμε κόσμο
ΝΙΚΟΣ: Καλά θα κάνουν να έρθουν, το μαγαζί τους είναι. Έτσι μεγαλώσαμε τη φαμίλια μας. Με τον ιδρώτα μας στα κρασοπότηρα και στην λάντζα.
ΛΥΔΙΑ: Ξέρω, ξέρω άντρα μου… τα χεράκια μου το ξέρουν πόσο μοχθήσαμε, ξεριζωμένοι από τα σπίτια μας, να ξαναστήσουμε τη ζωή μας από την αρχή για να μπορέσουμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας.
ΝΙΚΟΣ: Αχ γυναίκα, η προσφυγιά… εμείς και πόσοι άλλοι ακόμη, αφήσαμε σπίτια, δουλειές, περιουσίες, φίλους, οικογένειες… τι να πρωτοθυμηθώ…
ΛΥΔΙΑ: 'Ελα, άντρα μου, ας μη τα θυμόμαστε αυτά τώρα… σημασία έχει που μας αξίωσε ο Θεός να έχουμε ένα σπίτι τώρα, κι ένα ταβερνάκι να βγάζουμε το ψωμί μας τίμια!
(μπαίνουν η Εύα που είναι η κόρη και ο Διαμαντής που είναι ο γιος)
ΜΑΡΙΑ: καλημέρα πατέρα, γεια σου μητέρα
ΓΙΩΡΓΟΣ: γεια χαραντάν σε όλους!
ΝΙΚΟΣ: Ελα Διαμαντή, άσε τις χαιρετούρες κι έλα να πιάσεις καμιά δουλειά, σε λίγο θα αρχίσει να έρχεται κόσμος.
ΛΥΔΙΑ: καλημέρα παιδιά μου, ελάτε, μη ξεκινήσετε πάλι πατέρας και γιος, έχουμε πολλές δουλειές
(συνεχίζεται)
ΣΚΗΝΗ 2:
ΑΝΔΡΕΑΣ: Κατάστημα! (πλησιάζει η Λυδία), πιάσε μια σαλατούλα χωριάτικη, ένα παστουρμά, μία σαρδελίτσες μόρτικες και μια καράφα μισόκιλη για μένα και την κυρά μου
ΛΥΔΙΑ: Έχουμε και φρέσκο μαριδάκι σήμερα, να σας βάλω μια μερίδα να δοκιμάσετε?
ΡΙΤΑ: Ναι, χρυσή μου! Αχ Μήτσο μου, καλά κάναμε και βγήκαμε λίγο έξω, να ξεσκάσουμε… μας έχει φάει η κλεισούρα εδώ πέρα που ήρθαμε
ΑΝΔΡΕΑΣ: Σου χω πει να μην παραπονιέσαι γυναίκα. Εδώ είναι η ζωή μας τώρα, καλά θα κάνεις να το συνηθίσεις
ΡΙΤΑ: Πόσο μου λείπει η γειτονιά μας, οι φιλενάδες μου…. Ακόμη και το κομμωτήριο που πήγαινα μου λείπει!
ΑΝΔΡΕΑΣ: Θα βολευτείς σε καινούριο κομμωτήριο. Και τι έχει παρακαλώ η νέα μας γειτονιά; Μια χαρά τη βρίσκω εγώ
( ο Γιάννης όλη αυτή την ώρα κοιτάζει καλά, καλά τον Μήτσο μέχρι που πάει και του μιλάει)
ΟΡΕΣΤΗΣ: Συγνώμη αδελφέ, να ενοχλήσω ένα λεπτάκι;
ΑΝΔΡΕΑΣ: Ρίχτο!
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μήπως είσαι ο Ανδρίκος, ο χασάπης από το Νέο Μαχαλά;
ΑΝΔΡΕΑΣ: ναι! Ελα βρε Ορέστη! Πες μου ότι είσαι εσύ!
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ναι ρε μόρτη! (φωνάζει στον φίλο του) Ατάι! Έλα να δεις ποιος είναι εδώ!
(πάει κοντά και ο Ατάι, ακολουθεί η Ιλκνούρ)
ΑΤΑΙ: ε μα τον Θεό, ο Ανδρίκος που όλα τα σφάζει κι όλα τα μαχαιρώνει!
ΙΛΚΝΟΥΡ: (βλέπει τη Ρίτα) Αχ, χρυσή μου! Βουνό με βουνό δεν σμίγει! Πόσο χαίρομαι που σε βλέπω! Στις ομορφιές σου όπως πάντα!
(συνεχίζεται)
ΣΚΗΝΗ 3
ΑΓΓΕΛΟΣ: Ελάτε να πιούμε ένα ποτηράκι να γιορτάσουμε τη μεγάλη νίκη που έρχεται σήμερα!
ΜΙΧΑΛΗΣ: Ελα κουρέλες, σιγά μη περιμένετε και νίκη!
ΑΓΓΕΛΟΣ: Τι λες ρε φίλε; Δηλαδή σήμερα ποιος περιμένεις ότι θα νικήσει; εσείς;
ΣΟΥΛΕΙΜΑΝ: Εννοείται αδελφέ! Μη μου πεις ότι περιμένεις να πάρετε και πρωτάθλημα!
ΤΣΑΜΠΙΚΟΣ: Θα σκίσουμε τα δίχτυα σήμερα! Θ’ αναστενάξουν τα γκολ ποστ!
ΜΙΧΑΛΗΣ: Σιγά μη σκίσετε κανένα καλσόν!
ΑΓΓΕΛΟΣ: Ελα ήρεμα…. Μην έχουμε τσαμπουκάδες μέρα που είναι
ΜΙΧΑΛΗΣ: Είναι μεγάλο ντέρμπι.. η ΑΕΚ της προσφυγιάς με τον Ολυμπιακό του Περαία! Την αλάνα των ζόρικων!
ΑΓΓΕΛΟΣ: Και οι δύο ομάδες με ένδοξη ιστορία. Η Αθλητική Ενωσις Κωνσταντινούπολης, ιδρύθηκε μόλις πριν δύο χρόνια εδώ στην Αθήνα, το 1924
ΜΙΧΑΛΗΣ: Και με τι έμβλημα! Τον δικέφαλο αετό! Έμβλημα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας για να θυμίζει σε μάς τους ξεριζωμένους την ένδοξη ιστορία των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης
ΤΣΑΜΠΙΚΟΣ: Ελα, αδελφέ, πιάσε ένα καραφάκι να πιούμε στην υγειά του καλύτερου για απόψε.
ΜΙΧΑΛΗΣ: Βλέπω να έρχονται ντέρτια για έναν από τους δύο!
ΝΙΚΟΣ: (έχει μπει και μαζεύει ποτήρια από τα τραπέζια, ακολουθεί ο Γιώργος) Παίδες, ήρεμα εδώ μέσα, δεν θέλουμε φασαρίες!
ΓΙΩΡΓΟΣ: τι έγινε πατέρα? Καλησπέρα στην παρέα (τους δίνει καταλόγους) έχουμε φίνους μεζέδες αλλά το φαγητό θέλει χαμόγελο για να πάει κάτω…
ΣΚΗΝΗ 4
(τα 4 αγόρια μπαίνουν παραπατώντας στο μαγαζί, δείχνουν ότι είναι στο κέφι και σχεδόν μεθυσμένοι)
ΑΓΓΕΛΟΣ: Ωπα και φτάσαμε! Παίδες, εδώ θ αράξουμε!
ΒΑΣΙΛΗΣ: Ελα, λίγο ακόμη αδελφέ, πιάσε με γιατί το πάτωμα πάει μία από δεξιά και μία από ζερβά!
ΣΑΒΒΑΣ: Σαν να ήπιαμε λίγο παραπάνω αδέλφια…
ΝΕΠΙ: Εγώ σας τα λεγα… ήρεμα με τις καράφες. Κατεβαίνουν σαν νεράκι οι άτιμες! Τίποτα εσείς, επιμένατε να έρθουμε κι εδώ!
ΒΑΣΙΛΗΣ: Εδώ θ ακούσουμε το καλύτερο μπουζούκι της Αθήνας!
ΑΓΓΕΛΟΣ: Αμα δεν λαλήσουμε και κανένα μορμούρικο δεν τελειώνει η νύχτα βρε αδελφέ!
ΣΑΒΒΑΣ: Εγώ τα βλέπω να με περιμένει με τον πλάστη η κυρά μου όταν θα γυρίσω…
ΑΓΓΕΛΟΣ: Μη μου το θυμίζεις τώρα αυτό! Κι εγώ της είπα ότι πάω να επισκευάσω ένα μοτέρι. Αμα με δει έτσι ντέφι, ποιος την ακούει…
(μπαίνουν οι γυναίκες φανερά εκνευρισμένες, όταν τις βλέπουν ο Αγγελος κρύβεται από πίσω τους)
ΝΕΠΙ: Αμάν! Σύρμα, σύρμα!
ΣΑΒΒΑΣ: Ωπα τις, τι έχουμε εδώ; Νυχτερινή έφοδο Εφάκι;
ΕΦΗ: Ωστέ εδώ μπεκροπίνετε πουλάκια μου ε;
ΜΙΧΑΕΛΛΑ: Πουφ… μυρίζει κρασί στα δέκα μίλια!
ΝΕΠΙ: Τι ήθελες να μυρίζει μανίτσα μου στο ταβερνιό; Λιβάνι;
(συνεχίζεται)
Για ολόκληρο το κείμενο μπορείτε να επικοινωνήσετε στο [email protected]
|
ΗΡΘΑ, ΕΙΔΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΟ
ΒΙΚΥ ΘΕΟΛΟΓΗ Το θεατρικό έργο αποτελείται από έξι σκηνές που αποτυπώνουν με χιούμορ και συναίσθημα τη διαδρομή των παιδιών από την πρώτη ως την έκτη δημοτικού. Η μουσική είναι γνωστά μουσικά τραγούδια διασκευασμένα σε στίχους που αφορούν τη ζωή στο δημοτικό σχολείο. Στην πρώτη σκηνή, τα εξάχρονα παιδιά αντιμετωπίζουν την αγωνία και τον ενθουσιασμό της πρώτης τους μέρας στο "μεγάλο σχολείο." Στη δεύτερη, ανακαλύπτουν τις διαφορές μεταξύ αγοριών και κοριτσιών, μέσα από αστείες παρατηρήσεις και αμηχανίες. Στην τρίτη σκηνή, μαθαίνουν να διαχειρίζονται τις μικρές διαφωνίες που προκύπτουν μεταξύ τους, ενώ στην τέταρτη κατανοούν τη σημασία της φιλίας και της συνεργασίας. Στην πέμπτη σκηνή, νιώθουν ότι η μετάβαση στο γυμνάσιο είναι σαν να πηγαίνουν σε έναν νέο, άγνωστο κόσμο – σχεδόν σαν στρατιωτική αποστολή. Τέλος, στην έκτη σκηνή, έρχεται η στιγμή της συγκίνησης, καθώς τα παιδιά αποχαιρετούν το δημοτικό με όμορφες αναμνήσεις και όνειρα για το μέλλον. Τις μουσικές της παράστασης έχει επιμεληθεί ο Γιάννης Γιακουμάκης ενώ έχει συνθέσει και το ομώνυμο τραγούδι του τέλους. Τους στίχους έχει γράψει η Βίκυ Θεολόγη και τραγουδάει ο Θανάσης Ζαχαρόπουλος. Για ολόκληρο το κείμενο και τις μουσικές μπορείτε να επικοινωνήσετε στο [email protected] |