Άνοιξη σφήνα στην καρδιά του χειμώνα. Πες το υπέρβαση, πες το μαγεία, πες το να περνάει η ώρα. Αγάπη μου. Οι μεγάλες αλήθειες μας, είναι ακόμα μικρές. Και γυμνές, αφημένες σε μια καταιγίδα που δεν λέει να κοπάσει, μπλεγμένες στα μαλλιά κοριτσιού που κοιμήθηκε όλη νύχτα με κοτσίδες. Οι αστραπές που μας ξυπνάνε. Αγάπη μου. Ξύπνησε ιδρωμένη με τα χέρια ανάμεσα στα πόδια. Η γιαγιά θα την μάλωνε. Όταν οι αλήθειες μας μεγαλώσουν θα αναπολούμε τότε που ήταν μικρές, αδιάφορες, συνηθισμένες, ατίθασες σαν τις ιδρωμένες της πλεξούδες. Η άνοιξη δεν είναι εποχή. Είναι τόπος, συναίσθημα, ώρα, δικαιολογία, ίωση, κατάσταση, φωτογραφία, τραγούδι, ταξίδι, ψέμα και σίγουρα είναι αλήθεια που δεν μεγαλώνει ποτέ. Έτσι είναι καλά, αφημένοι σε μία αιώνια λήθη και μια ατέρμονη άνοιξη με μικρές αλήθειες χωμένες στις τσέπες. Έτσι ναι, παίζω καταιγίδα και πάω και ρέστα. Αγάπη μου. Βίκυ Θεολόγη Photo : Math Studio Όταν μεγαλώσω θ' αφεθώ στην τρέλα μου. Εκεί γύρω στα 85 με 90. Θα καπνίζω, θα πίνω και θα χορεύω σα να μην υπάρχει αύριο. Σαν να μην υπάρχει ούτε το σήμερα, και ειδικά ούτε το χθες. Αν ποτέ φτάσω εκεί. Γιατί γενικά με ρουφάνε οι γκρεμοί μου. Αν δεν αφεθώ στους γκρεμούς μου τότε εγώ και η αυτοκτονική μου φύση θα γελάσουμε λίγο πριν το τέλος. Η φύση όλων είναι αυτοκτονική, βιολογικά. Ένα τσούρμο πρωτόνια και νετρόνια προγραμματισμένα να σπάνε, να αρρωσταίνουν και να πεθαίνουν. Ενδιάμεσα, χαρά, πόνος, ηδονή, γέννα, και ρόλοι, πολλοί ρόλοι. Ένα μπες βγες από ρόλους . Η κόρη, η μάνα, η αδελφή, η φίλη, η μαθήτρια, η δασκάλα, η τέως αδελφή. Μερικοί ρόλοι δεν αντέχονται με τίποτα. Όταν μεγαλώσω θ' αφεθώ στην μοναξιά μου. Ίσως πέσω και σε κατάθλιψη. Το έχω ανάγκη. Δεν θέλω πάντα να χαμογελάω, καμιά φορά με κουράζει. Αλλά όταν χαμογελάς είναι σα να λες στους άλλους ότι οκ όλα καλά, συνεχίζουμε. Σηκώνεσαι με την καρδιά στα χέρια, σπασμένη, ανάπηρη, και λες οκ συνεχίζουμε. Χαμογελώντας. Λάθος. Εγώ δεν έχω να πω τίποτα σε όσους πενθούν. Το μεγαλύτερο ψέμα που θ΄ ακούσουν είναι για τον χρόνο. Δεν γιατρεύει τίποτα. Χειρότερα τα κάνει. Μετράς τον χρόνο με τις εποχές που αλλάζουν χωρίς εκείνη. Μόνο μία αγκαλιά έχω να δώσω. Σε όσους πενθούν. Αυτή η απώλεια ενός τσούρμου νετρονίων και πρωτονίων, συμμερίζομαι πόσο πονάει. Στην αρχή είναι σαν να ζει μέσα σου ένα τέρας. Αυτό ξυπνάει με το παραμικρό, μία νότα, μία μυρωδιά, ένα χρώμα αρκούν να το ξυπνήσουν. Τότε αρχίζει και σε δαγκώνει παντού, σου κόβει κομμάτια και στα φτύνει στα μούτρα, νικάει πάντα και σε αφήνει ξεσκέπαστο, γυμνό, ματωμένο. Όσο περνάει ο καιρός το τέρας σα να βαριέται να ξυπνήσει, σα να μην έχει μείνει τίποτα άλλο να φάει. Τότε καταλαβαίνεις πόσο πολύ είχες αγαπήσει αυτό το τέρας. Γιατί αυτό το τέρας, ήταν ο πόνος χειροπιαστός και ο πόνος ήταν ότι είχε απομείνει από εκείνη. Όταν μεγαλώσω, θα σκέφτομαι πως θα ήταν να μεγαλώναμε μαζί. Πως θα ήταν ν'αφεθούμε μαζί στην τρέλα μας. Χωρίς να υπάρχει αύριο. Και για τις δύο όμως. Γιατί για μένα από σήμερα δεν υπάρχει αύριο μαζί σου. Βίκυ Θεολόγη Photo by : Math Studio Marios Theologis Είναι καλό να μην είσαι o εαυτός σου όταν μπαίνεις σε ρόλους ξεκουράζεσαι από εσένα, ξεχνιέσαι τόσο μέχρι που ξεχνάς ποιος πραγματικά είσαι και μέχρι να ξαναμάθεις ποιος είσαι έχεις γίνει τελικά κάποιος άλλος. Τότε, πρέπει να ξαναγαπήσεις από την αρχή αυτόν τον άλλο που έχεις γίνει και μετά ν' αφήσεις να σε αγαπήσουν μόνο εκείνοι που ξέρουν ότι δεν θα είσαι ποτέ ο ίδιος και πως πάντα θ' αλλάζεις και πως μια μέρα μπορεί να γίνεις κάποιος που δεν θα θέλει να τον αγαπάνε οι ίδιοι. Είναι παιχνίδι. Δεν κερδίζεις ποτέ. Αλλά τουλάχιστον τα χάνεις όλα. Και ξεκινάς, πάλι από την αρχή. Βίκυ Θεολόγη Photo by : Math Studio Marios Theologis - Θέλω να σε δω, ανακάλυψα το νόημα της ζωής και πρέπει να το πω σε κάποιον που θα με καταλάβει - Γλυκιά μου, άνευ κομπλιμέντου, το νόημα της ζωής το κουβάλαγες από την πρώτη φορά που σε γνώρισα Την πρώτη φορά που την γνώρισε της είχε πει ότι του άρεσαν τα παπούτσια της. Ήταν ένα ζευγάρι κόκκινα μποτάκια. Είχε πάει να μιλήσουν επαγγελματικά. Εκείνη είχε δει ότι αυτός κοιτούσε τα πόδια της. Και έτσι, χύμα, χωρίς καμία οικειότητα, της είπε "μ' αρέσουν τα παπούτσια σου". Είχε το βλέμμα του ανθρώπου που περιεργάζεται το σύμπαν. Και μέσα από ολόκληρο το σύμπαν αυτό που είχε ξεχωρίσει εκείνη τη στιγμή ήταν τα κόκκινά της μποτάκια. Εκείνη πολύ γρήγορα διάλεξε νοερά ένα κομμάτι για να ντύσει με μουσική υπόκρουση τη στιγμή που τα μποτάκια της έκλεψαν την προσοχή του αλχημιστή που είχε για λίγο αφήσει την αναζήτηση του νοήματος της ζωής για να ασχοληθεί με τα πόδια της. Για όλη την υπόλοιπη ώρα που θα μιλούσαν το μυαλό της θα έπαιζε Parov Stelar The Princess Συνήθως είναι το αγαπημένο της κομμάτι για όταν περπατάει. Η' για όταν κάνει έρωτα. Γενικά για όταν θέλει να βάζει τον χρόνο σε αργή κίνηση. Η ζωή σε slow emotion. Βίκυ Θεολόγη Photo by : Math Studio Marios Theologis |